Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

Η Κύπρος έχει μετακομίσει εκτός Λευκωσίας


Σιγά, σιγά η Λευκωσία είχε καταντήσει μια απογοήτευση. Μια κακή αντιγραφή όλων των πιθανών και απίθανων αρνητικών της Αθήνας, με την απαραίτητη στρέβλωση και την κακομούτσουνη μορφή που παίρνουν συνήθως όλα όσα αντιγράφουμε. Μου λένε πως παλιότερα οι άνθρωποι ήταν φιλικοί και φιλόξενοι. Εγώ εκείνους τους ανθρώπους δεν τους γνώρισα, παρά μόνον τους σύγχρονους μεταλλαγμένους - και αυτοί ούτε φιλικοί, ούτε φιλόξενοι είναι. Αντιθέτως, είναι αγενείς όσο και οι κάφροι των Αθηνών και μάλιστα χωρίς τη χάρη και τον αλέγκρο χαρακτήρα των απαράδεκτων από κάθε άποψη Αθηναίων πρώην συμπολιτών μου. Αγενείς και αμπάλατοι που λένε εδώ. Δηλαδή, δύστροποι και δύσθυμοι. Και με επικίνδυνη έλλειψη χιούμορ.

Η απόφασή μου να φύγω από την Αθήνα, μου επιβλήθηκε ως ανάγκη γιατί δεν άντεχα άλλο, όχι την πόλη καθεαυτήν, που ακόμα και μετά από τόση και τόση κακοποίηση που έχει υποστεί από τους άξεστους κατοίκους της, διατηρεί μια ομορφιά που δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με άλλη πόλη στον κόσμο - έφυγα λοιπόν όχι γιατί δεν άντεχα άλλο την πόλη, αλλά τους κατοίκους της. Έλληνες και ξένους. Που οι μεν συναγωνίζονται τους δε σε ασχήμια. (Δεν είμαι ρατσιστής, αλλά δεν κλείνω τα μάτια μου, ούτε λογοκρίνω τα λόγια μου, λέγοντας άλλα όταν μιλώ με φίλους και γράφοντας άλλα, όπως κάνουν οι πλείστοι των αρθρογράφων, συγγραφέων και μπλόγκερ που γνωρίζω ή έχω γνωρίσει. Οι ξένοι των Αθηνών, από αισθητική άποψη, είναι για μένα η σταγόνα της ασχήμιας που ξεχείλισε το ποτήρι αυτής της κακοποιημένης πόλης. Όχι, δεν φταίνε αυτοί, ούτε και είναι σε θέση να γνωρίζουν πως έφτασαν σε μια πόλη που οι κάτοικοί της είχαν ήδη ασχημονήσει πάνω στο κορμί της σε τέτοιο βαθμό, που η δική τους αισθητική κακοφωνία να είναι τόσο κραυγαλέα πλέον, που γίνεται ανυπόφορη. Υπάρχουν στον κόσμο πόλεις οργανωμένες,  με βαθιά ριζωμένη κουλτούρα, λειτουργικές και τόσο προσεκτικά δομημένες, που η πολυχρωμία των πληθυσμών είναι μια αισθητική νότα αισιοδοξίας - σχεδόν σαν την πινελιά που ολοκληρώνει την ομορφιά του πίνακα. Η Αθήνα δεν είναι μια απ’ αυτές.)

Αυτή την ασχημοσύνη των κατοίκων σε μια πόλη, που είναι τόσο πιο μεγάλη και πιο λυπηρή, όσο πιο όμορφη και ευαίσθητη είναι μια πόλη, τη συνάντησα και στη Λευκωσία. Όπως οι Αθηναίοι, έτσι και οι Λευκωσιάτες, αγαπούν την πόλη τους μόνον όσο τους επιτρέπει να την καταστρέφουν. Όσο τους δίνει τη δυνατότητα να την βασανίζουν και να την εξευτελίζουν. Οι πιο ευαίσθητοι από αυτούς βγαίνουν  και κραυγάζουν (σωστά) και διαμαρτύρονται όταν η Εκκλησία αποφασίζει να φτιάξει έναν καθεδρικό στην παλιά πόλη ( κατά έναν περίεργο τρόπο οι ευαίσθητοι αυτοί εξαντλούν την ευαισθησία τους μόνο στην παλιά, “μουσειακού” χαρακτήρα πόλη, λες και η υπόλοιπη πόλη δεν αξίζει την ευαισθησία τους), αλλά κλείνουν ερμητικά το στόμα και τα μάτια τους όταν μια τράπεζα π.χ. αναγείρει ένα έκτρωμα στην καρδιά, τους πνεύμονες, ή τις αρτηρίες της - ίσως γιατί ένα υπερβολικά μεγάλο ποσοστό εξ αυτών είναι, ή ονειρεύονται να γίνουν, καλοπληρωμένοι και με εξαιρετικά ωφελήματα, τραπεζικοί υπάλληλοι. Οι υπόλοιποι είναι κυβερνητικοί υπάλληλοι. Και μερικοί σκόρπιοι ανάμεσά τους. Γιατί η Λευκωσία κατοικείται κατά κύριο λόγο από τραπεζικούς και κυβερνητικούς υπαλλήλους κι από τις καμαριέρες τους. Και όλοι γνωρίζουμε καλά το επίπεδο, το γούστο, την μόρφωση και τον χαρακτήρα της κυρίαρχης αυτής, υπαλληλικής τάξης.

Η αστυφιλία που χαρακτηρίζει όλους τους κατ’ ουσίαν υπανάπτυκτους λαούς, είναι ένας μαγνήτης που τραβά όλα τα ανάλαφρα, νεόπλουτα στρώματα προς την πόλη, αφήνοντας πίσω τα πιο βαριά, τα ριζωμένα στις συνήθειες και στον τρόπο ζωής του χωριού, στρώματα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σε έναν τόσο μικρό τόπο όπως είναι η Κύπρος, σε απόσταση αναπνοής από την ασχήμια της πόλης και των κατοίκων της, να υπάρχουν διάσπαρτοι ακόμα μικροί, δροσεροί παράδεισοι, με χαμογελαστούς, πρόσχαρους ανθρώπους. Που λένε δυνατά καλημέρα το πρωί χαμογελώντας, που χτυπούν την πόρτα σου για να σε γνωρίσουν και να σε καλωσορίσουν στο χωριό τους, παρουσία του “μουχτάρη” και εκπροσώπων του κοινοτικού συμβουλίου, που σου φέρνουν φρέσκα αυγά και ντομάτες και αγγούρια και χαίρονται σαν παιδιά που κάθονται στην αυλή σου και τους κερνάς γλυκά του κουταλιού, σπιτικούς μπακλαβάδες, πίτες με φύλλο ανοιγμένο από τα χέρια σου και το πιο ειλικρινές και γεμάτο παιδικό ενθουσιασμό χαμόγελο.

Η Κύπρος υπάρχει, διατηρείται, αναπνέει και ζει, μόλις δεκαεφτά χιλιόμετρα μακριά από τη Λευκωσία! Η δική μου Κύπρος, εννοείται.


Παράρτημα: Της CYTA τα εννιάμερα

Βέβαια, όσο μακριά κι αν πας, το κράτος - Ουγκάντα (δεν αναφέρομαι στη χώρα, αλλά στο κράτος της, για όσους καταλαβαίνουν) που συμμετέχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τρομάρα του!) σε ακολουθεί όπου κι αν πας, θέλεις, δεν θέλεις. Η υπέροχη αυτή υπαλληλική τάξη στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, καταφέρνει μια χαρά να χαλάσει τις μέρες σου όπου κι αν βρίσκεσαι. Μια αίτηση μεταφοράς τηλεφώνου από τις 27 Ιουλίου, που κατά μέσο όρο στην Ευρώπη χρειάζεται λίγες ώρες για να γίνει και σε πιο καθυστερημένες χώρες τρεις με τέσσερις εργάσιμες ημέρες, η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, η περιβόητη και περιλάλητη CYTA, (η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, για να μας δώσει γραμμή, λόγω του ότι εμείς οι (πουστό) καλαμαράδες είμαστε ξένοι υπήκοοι, (πακιστανοί και βάλε), μας κατακρατά ένα υπέρογκο ποσό για εγγύηση!)  χρειάστηκε τέσσερις εβδομάδες, πολλές ώρες συνολικής αναμονής στα, άνω των δεκαπέντε, τηλεφωνήματά μας και μερικά κουτιά zanax, μέχρι να γίνει επιτέλους στις 18/08 η εγκατάσταση. Προσέξτε. Η εγκατάσταση, όχι η σύνδεση! Γιατί για αυτή χρειάστηκε ένας νέος γύρος, πιο έντονων αυτή τη φορά, τηλεφωνημάτων. Διότι τα σαΐνια τεχνικοί της ανεκδιήγητης αυτής υπηρεσίας κατάφεραν το ακατόρθωτο: να μπορούμε να καλούμε, αλλά να μη μπορούν να μας καλούν!!! Ναι, έτσι ακριβώς. Για δυο μέρες (και μετά από τέσσερις σχεδόν εβδομάδες αναμονή), μπορούσαμε μόνο να καλούμε, αλλά δεν μπορούσαν να μας καλούν. Τελικά, μετά από άλλα δύο πρωινά χαμένα στα τηλέφωνα και τις αναμονές και αφού εισπράξαμε πλήθος ασχέτων ερωτήσεων, εξηγήσεων και παραπομπών, σήμερα έδωσε η Παναγία και μπορούμε να καλούμε και να μας καλούν. Αλλά δεν μπορούμε να συνδεθούμε στο internet!.. Nαι, καλά το καταλάβατε. Για να καταφέρουμε να συνδεθούμε εδώ στο internet η CYTA χρειάζεται όσο χρόνο χρειάστηκε η σύνδεση Ρίου - Αντίριου. Και καινούργια τηλεφωνήματα, καινούργια κουτιά zanax, άλλη αναμονή. Αυτή τη στιγμή που γράφω αυτές τις σειρές, περιμένω από κάποια κυρία Έλενα (στην οποία με παρέπεμψε κάποια κυρία Κατερίνα, στην οποία με είχε παραπέμψει κάποια άλλη που είχε μια μεγάλη μπουκιά στο στόμα και μασούσε όταν μου μιλούσε!) που τη βρίσκουμε πληκτρολογώντας 132 - 1 - 4 και που αρνήθηκε να μου πει το επίθετό της, να μου απαντήσει πότε επιτέλους θα έχω internet. Α, και όλα αυτά, με μια χρέωση για την (ταχύτατη βέβαια) μεταφορά, περίπου (αν κάνω λάθος θα σας ενημερώσω μόλις έρθει ο λογαριασμός) 170 ευρώ!!! - Γιατρέ;

6 σχόλια:

Disdaimona είπε...

Καλωσόρισες.

Συμφωνώ απόλυτα. Ζω στη Λευκωσία αρκετά χρόνια. Ξέρω πως παντού μεταλλάσονται οι άνθρωποι,αλλά δε ξέρω τι ακριβώς φταίει και στη Λευκωσία συναντάς όλο και πιο σπάνια ανθρώπους με χαμηλούς τόνους,με απλές άμεσες συμπεριφορές και κυρίως αυτό που αναφέρεις κι εσύ και που στη δική μου παρέα,όταν θέλουμε να εξηγήσουμε πως κάποιος δεν είναι ευθυς το λέμε με μια φράση κυπριακή "πε μου ρε φίλε μου ίσια!" Αυτό το "πε μου ίσια" μου λείπει περισσότερο από τους ανθρώπους εδώ.

Έτσι περιορίζεσαι στους λίγους εκλεκτούς που θα βρείς,αλλά δυστυχώς η μυρωδιά της πόλης δεν εμπνεεί πια καθόλου τις ανθρώπινες συναναστροφές. Εκτός από το κέντρο,κάτω στη Λήδρας,που μπορείς να πιάσεις κουβέντα με ένα άγνωστο χωρίς να χρειαστεί προηγουμένως να του δείξεις το "ποινικό σου" μητρώο και να νοιώσεις ωραία και ανθρώπινα.

Αρα,γεννιέται και το εξής ερώτημα:πότε θα μετακομίσει η Λευκωσία εκτός Κύπρου;...

Νάσια είπε...

Καλωσόρισες κι από μένα!

Με διαφωνία θα ξεκινήσω τη μετακαλοκαιρινή σεζόν των δημοσιεύσεων σου. Όχι πως δεν έχεις δίκιο για τα όσα γράφεις για τους Λευκωσιάτες, αλλά γιατί αυτά που αναφέρεις, κι άλλα ακόμη που θα ανακαλύψεις εν καιρώ, χαρακτηρίζουν τους περισσότερους κατοίκους του νησιού, ανεξαρτήτως από το πού ζουν. Την έλλειψη καλλιέργειας, ευαισθησίας κι ευγένειας ψυχής θα τη διαπιστώσεις σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού, με διαφορετικές ίσως μορφές και εκδηλώσεις. Οι φωτεινές εξαιρέσεις που θα συναντήσεις, σκόρπια εδώ κι εκεί, θα γλυκάνουν μεν την εδώ παραμονή σου, θα επιβεβαιώσουν δε τον κανόνα. Δυστυχώς είναι μικρός ο τόπος κι όλοι με τα ίδια σύνδρομα παιδευόμαστε, οι ίδιοι δαίμονες μας τυρανούν...

Μακάρι, φυσικά, να ‘χω λάθος, και να ‘χεις κατααφέρει να βρεις ένα αληθινό παράδεισο!

Λεμέσια είπε...

Δεν έχεις άδικο. (Αν και τα θλιβερά αυτά φαινόμενα παρουσιάζονται σε πολλά αστικά κέντρα ανά το παγκόσμιο...) Πάντως 17χλμ είναι σχετικά μικρή απόσταση, σου δίνουν περιθώριο επιλογής, χωριό/φύση/ηρεμία ή πόλη/κόσμος/δράση. Μπορείς να τα συνδυάσεις και τα δύο, ανάλογα με τη διάθεση.

demetrat είπε...

εγώ είχα το προνόμιο να γνωρισω και χαμογελαστούς Λευκωσιανούς.

Τώρα, μετά άπό ένα χρόνο πηγαινέλα στην Κύπρο, και ζώντας στη Λεμεσσό, που βέβαια, ούτε και δω σου χτυπάει κανένας την πόρτα γιά γνωριμία,ακόμα πιστεύω πως οι άνθρωποι είναι πολύ πιό αυθόρμητοι από τους ελλαδίτες.
Που και στα χωριά μας να βρεθείς,σπανίως θα σου φέρουν φρέσκα μποστανικά αν δεν μυριστούν αντάλλαγμα.
χαιρετώ από δω ψηλά.

ΔemΩΝ είπε...

Καλημέρα σε όλους και καλό χειμώνα!

Δυσδαιμόνα, από την προσωπική μου πείρα μπορώ να σου πω πως η απάντηση στην ερώτησή σου είναι: ποτέ! Αντιθέτως, η Λευκωσία θα απλώνει τα προκάμια της μέχρι να πνίξει όλη την Κύπρο...

Νάσια, αν και πολλές φορές μου επιβάλω την αφέλεια ως τρόπο αντιμετώπισης της ασχημοσύνης, δεν είμαι αφελής. Ααπό την άλλη, αυτή η έλειψη καλλιέργειας,ευαισθησίας και ευγένειας ψυχής δεν είναι αποκλειστικά κυπριακό, ή ευρύτερα ελληνικό φαινόμενο. Είναι παγκόσμιο - τουλάχιστον όσο παγκόσμιος είναι ο πολιτισμός που δημιουργούμε. Όσο τα σχολεία παράγουν μαζικά καλά εκπαιδευμένους εργάτες/υπάλληλους, όσο τα πρότυπα συνεχίζουν να είναι αυτά του επιτυχημένου με τα φράγκα, τόσο αυτά τα χαρακτηριστικά που αναφέρεις θα εκλείπουν από παντού. Εδώ απλώς - όπως και στον Λίβανο π.χ. - τα κάνει πιο έντονα ο πρόσφατος πόλεμος και η ανάγκη του πληθυσμού να ξορκίσει με κάθε τρόπο την ψυχολογία της ήττας.

Αυτό που βρήκα στο χωριό που μένω, είναι απλώς άνθρωποι που δεν κρύβονται πίσω από τους πολυτελείς τοίχους των κελιών τους, αλλά ακόμα τολμούν (οι πιο ηλικιωμένοι) να βγάζουν τις καρέκλες στα μικρά πεζοδρόμια και να λεν μια καλημέρα. Με αυτή την αυθάδικη, χωριάτικη περιέργεια για τον γείτονα (ειδικά τον καινούργιο που είναι ταυτόχρονα και ξένος) που συχνά μπορεί να γίνει ενοχλητική, αλλά είναι "ανθρώπινη". Και φυσικά, ησυχία, γαλήνη, άπλα, άπλετο χώρο για βαθιές αναπνοές... :)

ΔemΩΝ είπε...

Λεμέσια, συμφωνώ με την παρατήρησή σου και φυσικά αυτή η δυνατότητα εναλλαγής από χωριό/πόλη και από ηρεμία/φασαρία είναι που μου αρέσει...

Δήμητρα, θα ανέβω κι εγώ ξανά την άλλη εβδομδα 'σα πάν'... Με κάποια μικρή επιφύλαξη, συμφωνώ πως εδώ οι άνθρωποι είναι (ακόμα) πιο αυθόρμητοι από τους ελλαδίτες και πιο ευγενικοί θα προσθέσω - εξαιρώντας όμως σε ένα μεγάλο ποσοστό τους Λευκωσιάτες. Άλλωστε αν δεν ήταν δεν θα ήμουν ακόμα εδώ. Δεν πέρασε ούτε χρόνος απο τη μέρα που απέρριψα πρόταση να επιστρέψω στην Αθήνα (μπρρρρρ!) με καλλίτερο μισθό... :)