Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Λογοδιάρροια



Τα περιβόητα social media κατάφεραν να κάνουν τον γραπτό λόγο να μοιάζει με εκείνα τα καφέ υπολείμματα που αφήνουμε στο χαρτί τουαλέτας... Μια ακατάσχετη διάρροια λόγου εν είδη εγκεφαλικών περιττωμάτων, εκεί που θα περίμενε κανείς αποτυπώματα σκέψης.

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2012

Η έκπληξη του κόσμου είναι το ταξίδι μου

Μουντός ο ουρανός, φορτωμένος με μαύρα σύννεφα, κολλάει στα τζάμια σαν θλιμμένο πρόσωπο και με κοιτάζει σαν να θέλει, με μια εμμονή που παίρνει τις διαστάσεις μιας μανίας, να μου μεταδώσει και μένα κάτι από την θλίψη του. Μα εγώ βρίσκομαι μακριά· μακριά από τη θλίψη, έτη φωτός μακριά από την αυτολύπηση, σε έναν κόσμο γαλήνης με κρυμμένα αποθέματα χαράς και κυρίως θαυμασμού για τα αμέτρητα πρόσωπα του κόσμου. Έχω γνωρίσει ανθρώπους της ηλικίας μου που σέρνουν σαν ανάπηρο πόδι την επωδό: ‘Τίποτα πια δεν με εκπλήσσει!’ Την ξέρω καλά αυτή την αίσθηση. Έχω πλησιάσει τόσο κοντά που με άγγιξε η παγωμένη ανάσα της. ‘Τίποτα πια δεν με εκπλήσσει.’ Έχει κάτι το μοιραίο αυτή η φράση. Μια γλυκιά μελαγχολία που μπορείς να την αλείψεις στο ψωμί σου. Μυρίζει έντονα τέλος και αποχαιρετισμό. Μυρίζει αντίο και εγκατάλειψη. Αλλά πιο πολύ και πιο έντονα μυρίζει κλεισούρα και μούχλα. Ψηλά τείχη και κλειστά παράθυρα. Βαριά ατμόσφαιρα και έλλειψη οξυγόνου. Τίποτα δεν με εκπλήσσει πια σημαίνει, το Εγώ μου στρογγυλοκάθισε στο κέντρο του κόσμου και μου κρύβει τον ορίζοντα: Αναπνέω τα χνώτα μου.

Αν κλείσεις την πόρτα στην έκπληξη, δηλαδή στο άγνωστο, ο κόσμος γίνεται μια ταινία που την βάζεις να παίζει μπρος - πίσω, μπρος - πίσω και την βλέπεις αμέτρητες φορές. Όσο και να την αγαπάς αυτή την ταινία, όσο ερωτευμένος κι αν είσαι με την ζωή σου, στο τέλος την βαριέσαι. Πραγματικά, τίποτα δεν μπορεί να σε εκπλήξει πια. Κάποτε - κάποτε, κάποιες ξεχασμένες λεπτομέρειες μπορεί να σου προσφέρουν μια στιγμιαία αίσθηση χαράς, που σβήνει γρήγορα και χάνεται στο βαθύ πηγάδι της αδιαφορίας. Κάποιοι μπερδεύουν αυτόν τον θάνατο με την γαλήνη. Κάποιοι νομίζουν πως μέσα από αυτή την σαπίλα της ακινησίας, μέσα από αυτή την μούχλα των αισθημάτων, αγγίζουν την γαλήνη. Δεν έχουν ρουθούνια να μυρίσουν την σήψη. Δεν είναι αρκετά καλοί ψυχολόγοι να διαγνώσουν την κούραση και τον φόβο - και την παράλυση που αυτός προκαλεί.

Η πραγματική γαλήνη ανοίγει διάπλατα την πόρτα των εκπλήξεων. Αφήνει ανοιχτά όλα τα παράθυρα στο άγνωστο κι η κάθε μέρα καλωσορίζει έναν καινούργιο - έναν ολοκαίνουργιο κόσμο. Η γαλήνη δεν έχει ανάγκη από βεβαιότητες. Δεν βρίσκει παρηγοριά στα αντικείμενα που βρίσκουμε ξανά στη θέση τους όταν ξυπνάμε. Δεν λέει, δόξασι ο Θεός, τίποτα δεν άλλαξε. Σήμερα το τραπέζι, το κρεβάτι, η καρέκλα, το τετράδιο, το μικρό δοχείο, το παράθυρο, τα μεγάλα δέντρα, ο ναός, μένουν ακίνητα καθώς ταξιδεύουν μαζί μου πάνω σε μια σχεδία που πλέει στο άπειρο. Όπως κι εγώ, μοιάζουν ίδια και απαράλλαχτα, μα είναι κι αυτά αλλαγμένα από το άγγιγμα του κόσμου. Μια ήρεμη ψυχή, απαλλαγμένη από την βαριά σαβούρα της συνήθειας, αναγνωρίζει αυτή την τόσο ανεπαίσθητη κι ωστόσο συνταρακτική αλλαγή - την διαισθάνεται και την αναγνωρίζει ακόμα και στα αντικείμενα.

Αγγίζω το ποτήρι και νιώθω πάνω του αυτή την μετακίνηση, αυτό το θαρραλέο βήμα του στο άγνωστο. Καταλαβαίνω πως κι αυτό, όπως και εγώ, βιώνει καρτερικά την φθορά του. Η καθημερινή τριβή στο γυαλόχαρτο του κόσμου λειαίνει τις επιφάνειες, κάνει τις αιχμές καμπύλες. Ο κόσμος αργά και σταθερά γίνεται λείος και στρογγυλός. Αυτή η λείανση των ημερών αρχίζει και μοιάζει σαν επανάληψη. Δεν έχει γωνίες αναφοράς και αιχμές για να συγκρουστεί πάνω τους ο χρόνος που γλιστράει και φεύγει. Χρειάζεται πλέον βαθύτητα, όξυνση των αισθήσεων και θάρρος, για να αντιληφθεί κανείς τις βαθύτερες και γι αυτό συνταρακτικότερες αλλαγές. Χρειάζεται κανείς σκάφανδρο για να βυθιστεί κάτω από την επιφάνεια. Χρειάζεται κανείς φτερά για να πάει λίγο πιο πάνω από τα φαινόμενα. Σήμερα το ποτήρι είναι συνταξιδιώτης μου σε αυτό το μαγικό ταξίδι στο άγνωστο που λέμε ζωή. Ζούμε μαζί, με μια αξιοθαύμαστη συνενοχή, την ίδια περιπέτεια.

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

Ξέχασα...


Στην αρχή ήταν όλα εύκολα. Ήταν ένας πόλεμος, έγινε μια εισβολή, υπήρξαν νεκροί, αγνοούμενοι και πρόσφυγες. Ένα νησί μισό που αιμοραγούσε. Ένας αδελφός που πονούσε. Ήξερες που ήταν το δίκιο, που ήταν το άδικο. Τι να ξεχάσεις;

Μετά ήρθε η πολιτική. Λόγια, λόγια, λόγια. Λόγοι και αντίλογοι. Γέμισε ο τόπος "ναι μεν αλλά" και ξέχασα...

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

Κολλημένοι σ' ένα Εδώ κι ένα Τώρα


Τόσο ανυπόφορα μικροαστοί που μια ενόχληση στην τσέπη μας μπορεί να καταρρακώσει το ηθικό μας.

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Φόβος

Δεν σας κρύβω πως έχω αρχίσει να φοβάμαι. Φοβάμαι αυτά που ακούω ξανά και ξανά, άλλοτε καλυμμένα κι άλλοτε απροκάλυπτα. Φοβάμαι αυτή την τυφλή οργή που με καλωσόρισε σήμερα στο πρωινό περίπτερο με εκείνο το "να φύετε ππουστοκαλαμαράες, μας πήρατε τις δουλειές μας, εφάατε τα λεφτά των τραπεζών μας, μας καταστρέψατε. Να φύετε να πάτε στ' ανάθεμαν!" 

Δεν φοβάμαι για μένα - εγώ είμαι ξένος. Τουλάχιστον έτσι θελήσατε να με κάνετε να νιώθω. Για σας φοβάμαι. Και το είπα σ' αυτόν που ήθελε να ξεκουμπιστούμε. Η ανάγκη του είπα, έφερε πρώτη φορά τόσο κοντά τον Κύπριο και τον Έλλαδίτη. Εικοσιπέντε χιλιάδες Έλληνες αναζήτησαν ένα μέλλον, διωγμένοι από την ανέχεια, στην αδελφή Κύπρο. Ακούω όλο και περισσότερους να βασανίζονται από ένα σωρό γιατί. Που ξεκινά από το ανόητο "γιατί μας μισούνε" και φτάνει στο επικίνδυνο "γιατί οι σχέσεις μας με την Τουρκία να καθορίζονται από το Κυπριακό". Απλοϊκοί, απελπισμένοι μαλάκες θα μου πείτε οι μεν, ακόμα πιο απλοϊκοί κι απελπισμένοι μαλάκες οι δε. Σύμφωνοι. 

Πείστε με τώρα ότι τα μίση, οι εχθρότητες, οι διαχωρισμοί, η αδελφοκτονία δεν εκπορεύονται και γιγαντώνονται από αυτούς τους απλοϊκούς, απελπισμένους μαλάκες. Κι ίσως τότε πάψω να φοβάμαι. Για σας και για μας.

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Αυτά είναι τα όπλα σου...



...σήκωσέ τα ψηλά και πυροβόλησε - τους ουρανούς, τους εγκάθετους, την υποκρισία. Αυτά τα χέρια, λερωμένα στην τίμια δουλειά, ενάντια στα καθαρά χέρια ακάθαρτων συνειδήσεων. Αυτός ήταν πάντα ο αγώνας. Αυτός ήταν πάντα ο πόλεμος. No pasaran!

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Δυσοσμία

Υπάρχεις με κάθε τρόπο. Σαν ζώο, σαν μονοκύτταρος οργανισμός, σαν μαλάκιο. Σαν άνθρωπος όμως υπάρχεις μόνο από τη στιγμή που προκαλείς ευθαρσώς τη μοίρα σου αγνοώντας με θάρρος ή και με θράσος την φοβική επίκληση του πεπρωμένου σου. Όταν στέκεσαι όρθιος απέναντι στους ανέμους. Όταν οι καταιγίδες δυναμώνουν τη θέληση σου να φτάσεις στον προορισμό σου κι όχι να βρεις καταφύγιο στο πρώτο λιμάνι. Όταν ο πόνος, η κακοτυχία και η αποτυχία σε κάνουν πιο δυνατό. Τόσο δυνατό που να επιλέγεις ακόμα και το θάνατο. Δεν με πείθεις όμως πως έτσι έχουν τα πράγματα όταν πηδάς σπρωγμένος από ένα χρέος στην τράπεζα, ένα αυτοκίνητο που δεν έχεις βενζίνη να το γεμίσεις - ακόμα και όταν σε σπρώχνει η ντροπή των συσσιτίων, κάτι μυρίζει άσχημα σε ένα τέτοιο τέλος. Μια αποσύνθεση που άρχισε πολύ πριν τον βιολογικό σου θάνατο. Μια δυσοσμία πεθαμένων αξιών. 

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Μακριά

Υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να μας στοιχειώσει.
Η ομορφιά λέω
Και τότε πώς θα συμβιώσουμε με την ασχήμια μας;
Ας μείνουμε λοιπόν μακράν της Ποιήσεως
Από τη Μουσική μακριά αλλά και τα ωραία τοπία
Τα γυμνά γυναικεία σώματα
Μια πανσέληνο, ένα δείλι
Μια βάρκα μπηγμένη στο αφόρητο μπλε μ' ένα άσπρο πανί
Ένα τόπι στο κύμα να μεταφέρει μεσοπέλαγα μια παιδική φωνή
Ένα λίκνισμα, ένα βλέμμα, μια ξαφνική στύση
Παραθαλάσσια

Ας μείνουν μακριά οι λεπτομέρειες μιας πιθανής ευτυχίας
Για να επιζήσουμε αυτής της πρωτόγονης λαίλαπας
Μυστηριωδών καταθλίψεων.

Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

Η Τρόικα στην Κύπρο κι οι Κύπριοι τον χαβά τους

Τα συναισθήματα που έχω καταγράψει σχετικά με την άφιξη της Τρόικας στην Κύπρο είναι: Αδιαφορία, ενθουσιασμός, χαρά, αισιοδοξία, προσμονή, ελπίδα, αναμονή. Σίγουρα εκλείπουν συναισθήματα όπως οργή, ντροπή, απελπισία και δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν συναισθήματα όπως, αγωνία, απελπισία, αναστάτωση.

Ειλικρινά δεν ξέρω πώς να χαρακτηρίσω και πώς να εξηγήσω αυτή τη στάση που παρατηρώ γύρω μου. Μου έρχονται διάφορα στο μυαλό, αλλά δεν θέλω ούτε να τα γράψω, ούτε και να τα πιστέψω. Ντρέπομαι και μόνο που τα σκέφτομαι... 

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Κρίση, κρίση, κάποιοι από μας σε αγαπάμε!


Θα γίνουμε πιο φτωχοί. Θα εκλείψουν οι φανταχτερές εμφανίσεις μας, η λεβεντοχωριάτικη περιφορά μας με τις αστραφτερές κουρσάρες, τα επώνυμα ρούχα και τα ακριβά αξεσουάρ που έγιναν αναπόσπαστα μέρη της ταυτότητάς μας. Οι πισίνες, τα μεγάλα μας σπίτια, τα πανάκριβα έπιπλα θα φθαρούν, θα χάσουν τη λάμψη τους, θα ατονήσουν, θα σβήσουν κι ίσως βγει λίγο στην επιφάνεια μια δόση, μια μικρή, ντροπαλή ίσως, ταπεινή σίγουρα αύρα της ουσίας μας.

Θα γίνουμε λίγο πιο φτωχοί. Πλούσιοι έτσι κι αλλιώς δεν ήμασταν ποτέ. Ονειρευτήκαμε μια δανεική ζωή, νοικιάσαμε λίγο χώρο σε ένα συλλογικό όνειρο. Άλλος λίγο, άλλος πολύ, όλοι συμμετείχαμε σε αυτή την ψευδαίσθηση. Ορίστε, τέλειωσε. Θα ξυπνήσουμε, άλλοι με πονοκέφαλο από την επήρεια του ναρκωτικού και άλλοι με βαριά ή ελαφριά κατάθλιψη. Όσο πιο πολύ κράτησε για τον καθένα μας η μέθη, τόσο πιο έντονα τα συμπτώματα της επόμενης μέρας.

Θα είμαστε λίγο πιο φτωχοί. Λίγο πιο ελεύθεροι. Λίγο πιο ταπεινοί.

Κρίση, κρίση, κάποιοι από μας σε αγαπάμε!