Έχω πετρώσει
σ’ ένα σαστισμένο κόσμο
άναυδος κι εγώ
σε μια υπόκωφη οργή -
έχω πετρώσει
θέλω αντί να γράφω
να πυροβολώ
μα έχω μόνο λέξεις
που γνωρίζουν πώς
να επιστρέφουν
και να καρφώνονται μέσα μου
όπως καρφώνεται η απελπισία
στα βουβά στόματα
στα άπραγα χέρια
στα αβαθή βλέμματα
στον γλωσσοδέτη του άγνωστου μέλλοντα
των ανέργων
γιατί σιωπά η απελπισία Θεέ μου;
γιατί;
ποια λύπη νανουρίζει τις ώρες της
ποιος οδυρμός σπαράζει
το σφραγισμένο της στόμα;
που είναι το δεν πάει άλλο
και το ως εδώ;
που είσαι καταιγίδα;