Φυσικά δεν είναι ο φράχτης που επιθυμεί να υψώσει η σοσιαλιστική μας κυβέρνηση στον Έβρο το πραγματικό πρόβλημα, αλλά οι φράχτες, ιδεολογικοί και μη που έχουμε υψώσει όλοι στο μυαλό μας, που μας απαγορεύουν να κάνουμε αυτό το μικρό βήμα που χωρίζει τον υποκειμενικό μας ψευδόκοσμο από την πραγματικότητα. Αυτός ο φράχτης που εμποδίζει τους μεν να δουν πως οι μετανάστες στην Ελλάδα δεν είναι οι θύτες σε αυτό το έγκλημα που συντελείται στην ελληνική επικράτεια, αλλά τα θύματα. (Όχι όμως τα θύματα ενός αόριστου και απλησίαστου παγκόσμιου συστήματος που μας παρουσιάζει με τέτοιο τρόπο η Αριστερά που μας κάνει να νιώθουμε λες και θέλει να μας βάλει να παλέψουμε ολομόναχοι και με γυμνά χέρια ενάντια σε αυτό το ασύλληπτο τέρας, αλλά τα θύματα μιας συγκεκριμένης, ανίκανης να διαχειριστεί το πρόβλημα πολιτείας). Αυτός ο φράχτης που εμποδίζει τους δε να καταλάβουν επίσης πως ο “εχθρός” δεν είναι ο τρομοκρατημένος υπήκοος (δεν χρησιμοποιώ εσκεμμένα τον όρο πολίτης) αυτής της πολιτείας που εξεγείρεται ενάντια στον παράνομο μετανάστη, αλλά είναι κι αυτός επίσης θύμα της ανίκανης πολιτείας που διοικείται από ανεπαρκέστατους, για να χρησιμοποιήσω τον πιο ήπιο χαρακτηρισμό που δύναμαι, μάνατζερ (δε χρησιμοποιώ εσκεμμένα τον όρο πολιτικός) και εγκάθετους.
Το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης στην Ελλάδα είναι υπαρκτό, είναι τεράστιο - και το χειρότερο, είναι ένα πρόβλημα που διογκώνεται με τρομακτικούς ρυθμούς. Επίσης είναι αλήθεια πως κάποιες γειτονιές, ή περιοχές της χώρας το βιώνουν με την ίδια ένταση που θα βίωναν μια έκρηξη ηφαιστείου, βλέποντας δηλαδή την καθημερινότητά τους να καταρρέει και να βυθίζεται στην απόγνωση καθώς ζουν μέσα στη δίνη αυτής της ηφαιστειακής λάβας που εξαπλώνεται επικίνδυνα προς όλες τις κατευθύνσεις. Μιλάμε για ολόκληρες γειτονιές που βιώνουν καθημερινά την αθλιότητα και την άμεσα συνδεδεμένη με αυτή εγκληματικότητα που εκτινάσσεται στα ύψη. Σε αυτές τις γειτονιές ζουν άνθρωποι με τις οικογένειές τους, συγκεκριμένοι άνθρωποι και όχι σκιές, που βλέπουν καθημερινά τις περιουσίες τους να εξατμίζονται καθώς οι γειτονιές τους ραγδαία υποβαθμίζονται, που ζουν καθημερινά με τον φόβο, που αγωνιούν μέχρι να μαζευτεί και το τελευταίο μέλος της οικογένειάς τους στο σπίτι τους, που πολλοί απ’ αυτούς είναι άνεργοι και που βιώνουν καθημερινά γύρω τους, την οδύνη μιας εξαθλίωσης που οι περισσότεροι από μας την έχουν διαβάσει μόνο σε μυθιστορήματα, ή την είδαμε πρόσφατα στο slum dog millionaire.
Φυσικά όταν η Αριστερά επιμένει πως το πρόβλημα της μετανάστευσης είναι ένα πρόβλημα που γεννά το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει μαζί της. Όταν όμως λέει πως το πρόβλημα αυτό δεν θα λυθεί για την Ελλάδα αν δεν καταργηθούν οι αιτίες που το γεννούν, δημιουργεί με μια μόνη κίνηση δυο λανθασμένες αντιδράσεις. Από τη μια αθωώνει με μιας το ανίκανο ελληνικό κράτος, (που είναι ο κυρίως και μοναδικός και απόλυτος υπεύθυνος για το πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα, εδώ, τώρα!) κι από την άλλη δίνει την εντύπωση ενός άλυτου προβλήματος. Και τα δυο αυτά έχουν ως αποτέλεσμα από τη μια να στερούν την ελπίδα για λύση από τον κόσμο που βιώνει το πρόβλημα εδώ και τώρα (ποιος στα αλήθεια μπορεί να στηριχτεί σε μια ελπίδα τόσο μακρινή και άπιαστη όπως αυτή της ανατροπής του συστήματος που παράγει το πρόβλημα όταν την ίδια ώρα καίγεται το σπίτι του; ) και από την άλλη, το πιο σημαντικό, τυφλώνει έναν κόσμο που πιθανόν την παρακολουθεί, αφού του αφαιρεί τη δυνατότητα να στοχεύσει ξεκάθαρα στον πραγματικό υπαίτιο για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, που όπως ήδη έχουμε αναφέρει δεν είναι άλλος από το ανίκανο ελληνικό κράτος και τους κοπρίτες που το διοικούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι μεν, τυφλωμένοι να στρέφονται κατά των μεταναστών και οι δε, κατά αυτών που στρέφονται κατά των μεταναστών. Κάπου στη γωνιά, οι σαλτιμπάγκοι που έπρεπε να κάνουν τον κόσμο να γελά και να τους παίρνει με τις πέτρες και τις ντομάτες, κάθονται στις κερκίδες, δηλαδή στο απυρόβλητο αυτού του θεάτρου του παραλόγου και χαμογελούν ασφαλείς και γεμάτοι ικανοποίηση. Όσο οι “ρατσιστές” κυνηγούν τους μετανάστες και οι “αντιρατσιστές” κυνηγούν τους “ρατσιστές”, αυτοί είναι σίγουροι πως θα συνεχίσουν το γλέντι της εξουσίας ανενόχλητοι.
Και αν κανείς, κάνοντας μια υπεράνθρωπη προσπάθεια μπορέσει ίσως να καταλάβει, έστω και με μεγάλη, με τεράστια δυσκολία τον τυφλωμένο από τον φόβο, την απελπισία και την έλλειψη ελπίδας και προοπτικής που ξεσπά στο θύμα/μετανάστη, αντί να κάψει στην πυρά τον θύτη, πώς μπορεί να καταλάβει εκείνον που δεν αντιδρά από φόβο και απελπισία, αλλά από άποψη και θέση και αντί να συγκεντρωθεί επί παραδείγματι έξω από το υπουργείο εργασίας, το Μαξίμου, το εσωτερικών και δεν ξέρω κι εγώ ποιο άλλο υπουργείο ή υπηρεσία και να τα πυρπολήσει κυριολεκτικά, συγκεντρώνεται ενάντια στα τυφλωμένα θύματα δημιουργώντας μια γελοία και ουσιαστικά άνευ αντικειμένου αντιπαράθεση κάτι σαν την μονομαχία του “καλού” με το “κακό” και το άσχημο; Ποιον ωφελεί αλήθεια αυτή η παρωδία των γουέστερν που παίζεται κάθε τρεις και λίγο στον Άγιο Παντελεήμονα μεταξύ “ρατσιστών” και “αντιρατσιστών”, αν όχι την ανίκανη να λύσει οποιοδήποτε πρόβλημα κυβέρνηση που μένει έτσι έξω από το κάδρο, την φαιδρότητα της ελληνικής πολιτείας η οποία λησμονείται στο “πεδίο των μαχών” και φυσικά τα φασιστοειδή της χρυσής αυγής και του ΛΑΟΣ που αντλούν οπαδούς και πρόθυμους απελπισμένους, ωτακουστές των απαράδεκτων παραληρημάτων τους και την ένταση που τόσο πολύ επιδιώκουν και επιθυμούν;
O φράχτης στον Έβρο είναι ένα ελάχιστο τίποτα μπροστά στα τεράστια τείχη που υψώσαμε μέσα μας και μας αφαιρούν τη δυνατότητα να δούμε λίγο πιο κει από τη μύτη μας - και οι μεν και οι δε. Τη λύση στο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης δεν θα τη φέρουμε κραυγάζοντας για την απανθρωπιά του φράχτη ή του συστήματος, για να μας ακούσουν όλοι όσοι δεν μας προσέχουν αρκετά και να δουν πόσο υπέροχα φιλάνθρωποι είμαστε. Η λύση θα έρθει όταν ρίξουμε επιτέλους τους δικούς μας φράχτες και στρέψουμε επιτέλους τη ματιά μας, την ορμή μας, την οργή και γιατί όχι, την απελπισία τη δική μας και των θυμάτων και των δύο πλευρών, όχι ενάντια σε ένα αόριστο και ακατανόητο σύστημα, αλλά κατά του μοναδικού υπεύθυνου για την σημερινή απαράδεκτη κατάσταση στη συγκεκριμένη χώρα - τη χώρα μας: κατά του ελληνικού κράτους και κατά όλων όσων άφησαν το πρόβλημα να διογκωθεί μένοντας ως συνήθως άπραγοι. Όταν θα απαιτήσουμε δυναμικά και ανυποχώρητα από το ελληνικό κράτος να λειτουργήσει επιτέλους σαν ευνομούμενο κράτος τόσο προς τους πολίτες του, όσο και προς τους μετανάστες, ενώ ταυτόχρονα θα απαιτεί “επί ποινή άμεσης ανυπακοής” την άμεση, αμεσότατη αναθεώρηση του Δουβλίνου Δύο - χθες! Όταν θα απαιτήσουμε δυναμικά και ανυποχώρητα να δημιουργηθούν εδώ και τώρα οργανωμένα κέντρα υποδοχής που θα παρέχουν άμεση βοήθεια στους ανθρώπους που ζητούν την βοήθειά μας και θα τους διοχετεύουν ορθολογιστικά και για ελάχιστο χρονικό διάστημα σε διάφορα τμήματα της χώρας μέχρι να προωθηθούν με ή χωρίς την έγκριση της ΕΕ στις χώρες που οι ίδιοι επιθυμούν. Όταν θα λειτουργήσει επιτέλους σωστά και με ταχύτατους ρυθμούς η διαδικασία χορήγησης ασύλου.
Με λίγα λόγια, όταν μάθουμε επιτέλους να λειτουργούμε σαν πολίτες που έχουν απαιτήσεις από την πολιτεία και τις διεκδικούμε δυναμικά και όταν πείσουμε επί ποινή εξαφάνισης από το πολιτικό γίγνεσθαι του τόπου όλα ανεξαιρέτως τα πολιτικά κόμματα πως είμαστε σκεπτόμενοι πολίτες που απαιτούν να τους παρουσιάζουν ολοκληρωμένα σχέδια αντιμετώπισης των προβλημάτων και όχι οπαδοί που εκτονωνόμαστε με συνθήματα, με άνευ περιεχομένου συγκεντρώσεις και οπαδικές αντισυγκεντρώσεις.
Κάπου, σε εκείνη την χρονική στιγμή, έχοντας τακτοποιήσει τα του οίκου μας, όπως απαιτούσαν πάντα οι μεγάλοι στοχαστές και θεωρητικοί που σημάδεψαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τη σκέψη μας, θα μπορούμε πια να συνεισφέρουμε ουσιαστικά και με μια άλλη δυναμική στο παγκόσμιο όραμα της εξάλειψης των αιτιών που γεννούν τους πολέμους, τη φτώχεια, την ανέχεια, την απελπισία που ξεσπιτώνουν ανθρώπους και τους οδηγούν σε αυτή την ταπεινωτική και απάνθρωπη εξαθλίωση. Κι ίσως τότε να μπορούμε να αρχίσουμε να ονειρευόμαστε και μια ζωή χωρίς φράχτες εκτός και εντός μας.